Πέμπτη 18 Δεκεμβρίου 2014

Ὁ Πάπας Φραγκῖσκος στό Φανάρι: Συνάντηση ἐν Χριστῷ ἀγάπης ἤ ἅλωση καί ἐξουνιτισμός τῆς Ὀρθοδοξίας;

ΑΓΙΟΡΕΙΤΕΣ ΠΑΤΕΡΕΣ

Ἄν εἶναι ὅμως «ἀνεπίστροφος» ἡ πορεία τοῦ κ. Βαρθολομαίου πρός τήν ἀπόκλιση ἀπό τήν ὀρθόδοξο ἐκκλησιολογία καί τήν ψευδοένωσή του μέ τούς παπικούς, τό ἴδιο «ἀνεπίστροφος» ὀφείλει νά εἶναι καί ἡ δική μας πιστότητα καί προσήλωση στίς παρακαταθῆκες τῶν Ἁγίων Πατέρων μας. Μέ αὐτούς θά στοιχηθοῦμε, αὐτούς θά ἀκολουθήσουμε καί σέ αὐτούς θά ὑπακούσουμε μέ ἀσφαλές κριτήριο τήν ὀρθόδοξη δογματική καί ἐκκλησιολογική μας συνείδηση.

Λί­γες μό­λις ἡ­μέ­ρες πρίν τήν ὁ­λο­κλή­ρω­ση τῆς πα­ρού­σης ἐκ­δό­σε­ως πραγ­μα­το­ποι­ή­θη­κε ἡ πο­λυ­δι­α­φη­μι­σμέ­νη ἀ­πό τούς οἰ­κου­με­νι­στές ἐ­πί­σκε­ψη τοῦ Πά­πα Φραγ­κί­σκου στό Φα­νά­ρι καί ἡ τι­μη­τι­κή ὑ­πο­δο­χή του ἀ­πό τόν Οἰ­κου­με­νι­κό Πα­τριά­ρχη κ. Βαρ­θο­λο­μαῖ­ο. Ἡ ἐ­πί­σκε­ψη αὐ­τή ἀ­πέ­δει­ξε, δυ­στυ­χῶς, πε­ρί­τρα­να ὅ­λα ὅ­σα πα­ρα­θέ­σα­με στίς σελίδες αὐ­τοῦ τοῦ ἐν­τύ­που.
Γιά μί­α ἀ­κό­μη φο­ρά ἐ­πα­να­λή­φθη­καν τά ἴ­δια θλι­βε­ρά γε­γο­νό­τα ἐν­ταγ­μέ­να στό ἴ­διο καί πά­λι σκη­νι­κό τῆς ἐ­πι­κοι­νω­νια­κῆς τα­κτι­κῆς, τοῦ ἐν­τυ­πω­σια­σμοῦ, τῆς ἐ­πι­βο­λῆς τῆς εἰ­κό­νος καί πρω­τί­στως τῆς ἐ­πι­βο­λῆς τε­τε­λε­σμέ­νων. Ἐ­πι­χει­ρεῖ­ται δη­λα­δή νά ἐ­πι­βλη­θεῖ μέ τε­χνη­τό τρό­πο ἡ ἐν­τύ­πω­ση ὅ­τι δέν μᾶς χω­ρί­ζει τί­πο­τε μέ τούς πα­πι­κούς καί ὅ­τι δέν ὑ­πάρ­χει κα­νέ­να ἐμ­πό­διο γιά τήν πλή­ρη κοι­νω­νί­α καί ἑ­νό­τη­τα μαζί τους.
Γιά τόν λό­γο αὐ­τό καί πραγ­μα­το­ποι­ήθ­ηκε καί πά­λι κα­τά τήν διά­ρκεια τῆς Θεί­ας Λει­τουρ­γί­ας στόν πάν­σε­πτο πα­τρι­αρ­χι­κό να­ό τοῦ Ἁ­γί­ου Γε­ωρ­γί­ου ὁ «λει­τουρ­γι­κός ἀ­σπα­σμός τῆς ἀ­γά­πης» σέ κο­ρυ­φαί­α στιγ­μή τῆς ὀρ­θο­δό­ξου λα­τρεί­ας, τήν ὥ­ρα πού οἱ ὀρ­θό­δο­ξοι ἀρ­χι­ε­ρεῖς καί ἱ­ε­ρεῖς πού λαμ­βά­νουν μέ­ρος στήν Θεί­α Λει­τουρ­γί­α ὁ­μο­λο­γοῦν τήν κοι­νή πί­στη τους στόν Ἅ­γιο Τρι­α­δι­κό Θε­ό καί ἀν­ταλ­λάσ­σουν τόν ἀ­σπα­σμό, ἀ­φοῦ πρῶ­τα ἀ­σπα­σθοῦν τά Τί­μια δῶ­ρα πού μό­λις ἔ­χουν ἐ­να­πο­τε­θεῖ ἐ­πί τῆς Ἁ­γί­ας Τρα­πέ­ζης. Ἐ­κεί­νη τήν ἱ­ε­ρή στιγ­μή, λί­γο πρίν τήν εὐ­χή τῆς ἁ­γί­ας ἀ­να­φο­ρᾶς, ὁ Οἰ­κου­με­νι­κός Πα­τριά­ρχης ἐ­ξῆλ­θε τοῦ ἱ­ε­ροῦ βή­μα­τος καί κα­τευ­θύν­θη­κε πρός τό ἀντί­θρο­νο, ὅ­που βρι­σκό­ταν ὁ Πά­πας καί ἀν­τάλ­λα­ξαν τόν «λει­τουρ­γι­κό ἀ­σπα­σμό τῆς ἀ­γά­πης» γιά νά ὑ­πο­δη­λώ­σουν τήν ψευ­δο­ε­νό­τη­τα στήν πί­στη με­τα­ξύ ὀρ­θο­δό­ξων καί πα­πι­κῶν.
Ἐ­πα­να­λή­φθη­καν, ἐ­πί­σης, καί πά­λι συμ­προ­σευ­χές καί «κοι­νή εὐ­λο­γί­α» τοῦ Πά­πα πρός τό ὀρ­θό­δο­ξο πλή­ρω­μα, ἀ­παγ­γε­λί­α τοῦ Πά­τερ ἡ­μῶν ἀ­πό τόν Πά­πα, στόν ὁ­ποῖ­ο ἐ­ψά­λη καί πο­λυ­χρό­νιο. Ἐ­πα­να­λή­φθη­κε, ἐ­πί­σης, ἐκ μέ­ρους τοῦ κ. Βαρ­θο­λο­μαί­ου, ἡ ἀ­να­γνώ­ρι­ση τοῦ Πά­πα ὡς κα­νο­νι­κοῦ Ἐ­πι­σκό­που Ρώ­μης καί τοῦ Βα­τι­κα­νοῦ ὡς κα­νο­νι­κῆς Ἐκ­κλη­σί­ας.
Δρο­μο­λο­γεῖ­ται, ἔ­τσι, κα­τά τέ­τοι­ον τρό­πο ἡ ὑ­πό­θε­ση τῆς πε­ρί­φη­μης «ἑ­νώ­σε­ως», ὥ­στε αὐ­τή νά κα­τα­λή­ξει νά ἐ­πι­βλη­θεῖ ἀ­πό τήν «φυ­σι­κή ρο­ή» τῶν πραγ­μά­των πού προ­συμ­φω­νη­μέ­να ὁ­δη­γοῦν­ται πρός τά ἐ­κεῖ. Αὐ­τή ἡ ψευ­δο­έ­νω­ση ἐ­πι­χει­ρεῖ­ται νά ἐ­πι­βλη­θεῖ ὡς μιά εἰ­κο­νι­κή πραγ­μα­τι­κό­τη­τα πα­ρά ὡς μιά ἀ­λη­θι­νή κα­τά­στα­ση.
Ἕ­να γε­γο­νός, πού ἐ­πί­σης ἐ­πι­βε­βαι­ώ­θη­κε ἀ­πό τήν τε­λευ­ταί­α ἐ­πί­σκε­ψη τοῦ Πά­πα στό Φα­νά­ρι, εἶ­ναι ἡ ἐ­πι­βο­λή τῶν θέ­σε­ων τοῦ Βα­τι­κα­νοῦ στήν προ­σέγ­γι­ση μέ τούς ὀρ­θο­δό­ξους καί τήν ἐ­πι­ζη­τού­με­νη ἕ­νω­ση. Πα­ρά τήν ἄ­ρι­στη ἐ­πι­κοι­νω­νια­κή τα­κτι­κή τοῦ νέ­ου Πά­πα, πα­ρά τήν ἁ­πλό­τη­τα καί τόν αὐ­θορ­μη­τι­σμό πού ἐκ­δη­λώ­νει πρός τά ἔ­ξω, πα­ρά τίς κι­νή­σεις ἐν­τυ­πω­σια­σμοῦ, τά χει­ρο­φι­λή­μα­τα καί τίς βα­θει­ές ὑ­πο­κλί­σεις πρός τόν κ. Βαρ­θο­λο­μαῖ­ο, ἡ στό­χευ­ση τοῦ Βα­τι­κα­νοῦ ἔ­ναν­τι τῶν ὀρ­θο­δό­ξων πα­ρα­μέ­νει πάν­το­τε ἡ ἴ­δια. Καί ἡ στό­χευ­ση αὐ­τή, ὅ­πως δι­ε­ξο­δι­κά ἀ­να­πτύ­ξα­με στό πα­ρόν τεῦ­χος, εἶ­ναι ἡ ἐ­πι­βο­λή στόν δι­ά­λο­γο τῶν ἀ­πο­φά­σε­ων τῆς Β΄ Βα­τι­κα­νῆς Συ­νό­δου, κα­θώς καί μί­ας ἑ­νώ­σε­ως οὐ­νι­τι­κοῦ τύ­που, πού θά ὑπερπηδᾶ δογματικές διαφορές στά πλαίσια τῆς «νομίμου ποικιλότητος». Αὐ­τό ἀ­κρι­βῶς ἐ­πι­βε­βαι­ώ­θη­κε καί μέ τήν ὁ­μι­λί­α τοῦ Πά­πα στήν κυ­ρι­α­κά­τι­κη Λει­τουρ­γί­α στό Φα­νά­ρι ὅ­που ἀ­νέ­φε­ρε συγ­κε­κρι­μέ­να:

«Γιά μιά εὐ­τυ­χῆ σύμ­πτω­ση, αὐ­τή ἡ ἐ­πί­σκεψή μου γί­νε­ται ἀρ­κε­τές μέ­ρες με­τά ἀ­πό τόν ἑ­ορ­τα­σμό τῆς 50ῆς ἐ­πε­τεί­ου τῆς ἔκ­δο­σης τοῦ Δι­α­τάγ­μα­τος τῆς δεύτε­ρης συ­νόδου τοῦ Βα­τι­κα­νοῦ Unitatis redintegratio γιά τήν ἀ­να­ζήτη­ση τῆς ἑνό­τη­τος με­τα­ξύ ὅ­λων τῶν χρι­στια­νῶν. Πρό­κει­ται γιά ἕ­να θε­με­λι­ῶ­δες κείμε­νο μέ τό ὁποῖο ἀ­νοί­χθη­κε ἕ­νας νέ­ος δρό­μος γιά τήν συ­νάν­τη­ση με­τα­ξύ τῶν κα­θο­λι­κῶν καί τῶν ἀ­δελ­φῶν τῶν ἄλ­λων Ἐκ­κλη­σι­ῶν καί ἐκ­κλη­σιαστι­κῶν κοι­νο­τή­των. Ἰ­δι­αίτερα μέ αὐ­τό τό δι­ά­ταγ­μα ἡ Κα­θο­λι­κή Ἐκ­κλη­σία ἀ­να­γνω­ρ­ί­ζει ὅ­τι οἱ Ὀρ­θό­δοξες Ἐκ­κλη­σί­ες "ἔ­χουν ἀ­λη­θι­νά μυ­στή­ρια καί κυ­ρίως, δυ­νά­μει τῆς ἀ­πο­στο­λι­κῆς δι­α­δο­χῆς, τήν Ἱ­ε­ρο­σύνη καί τήν Εὐ­χα­ρι­στία, διά μέ­σου τῶν ὁ­ποί­ων πα­ρα­μέ­νουν ἀ­κό­μα ἑνω­μέ­νες μα­ζί μας μέ στε­νό­τα­τους δε­σμούς" (n.15). Ἐν συ­νε­χείᾳ, ἀ­να­φέ­ρε­ται ὅτι γιά νά δι­α­φυ­λά­ξουν πι­στά τήν πλη­ρό­τη­τα τῆς χρι­στι­α­νι­κῆς πα­ρά­δο­σης, καί γιά νά φέ­ρουν εἰς πέ­ρας τήν συμ­φι­λί­ω­ση τῶν χρι­στια­νῶν ἀ­να­το­λῆς καί δύ­σε­ως εἶναι ὑ­ψίστης ση­μα­σίας νά δι­α­τη­ρη­θεῖ καί νά ὑ­πο­στη­ρι­χθεῖ ἡ πλουσι­ότα­τη πα­ρα­κα­τα­θή­κη τῶν Ἐκ­κλη­σι­ῶν τῆς ἀ­να­το­λῆς, ὄ­χι μό­νο σέ ὅ,τι ἀ­φο­ρᾶ τίς λει­τουρ­γι­κές καί πνευ­μα­τι­κές πα­ρα­δό­σεις, ἀλ­λά ἐ­πί­σης τήν κα­νο­νι­κή τά­ξη πού θέ­σπι­σαν οἱ ἅ­γιοι Πα­τέ­ρες καί οἱ Σύ­νο­δοι, ἡ ὁ­ποί­α τά­ξη ρυθ­μί­ζει τόν βί­ο αὐ­τῶν τῶν Ἐκ­κλη­σι­ῶν (βλ. n. 15 -16).
Θε­ω­ρῶ ση­μαν­τι­κό νά ἐ­πι­ση­μά­νω τόν σε­βα­σμό αὐ­τῆς τῆς ἀρ­χῆς ὡς οὐ­σι­α­στι­κῆς καί ἀ­μοι­βαί­ας προϋ­πό­θε­­σης γιά τήν ἀ­πο­κα­τά­στα­ση τῆς πλή­ρους κοι­νω­νί­ας, πού δέν ση­μαίνει ὑ­πο­τα­γή τοῦ ἑ­νός στόν ἄλ­λο, οὔ­τε ἀ­φο­μοί­ω­ση, ἀλ­λά μᾶλ­λον ἀ­πο­δο­χή ὅ­λων τῶν δω­ρε­ῶν πού ὁ Θε­ός ἔ­δω­σε στόν κα­θέ­να γιά νά φα­νε­ρώ­σει σέ ὁ­λό­κλη­ρο τόν κό­σμο τό μέ­γα μυ­στή­ριο τῆς σω­τη­ρί­ας πραγ­μα­το­ποι­η­θέν ἀ­πό τόν Κύ­ριον Ἰ­η­σοῦν Χρι­στόν διά μέ­σου τοῦ Πα­να­γί­ου Πνεύ­μα­τος.
Θέ­λω νά δι­α­βε­βαι­ώ­σω τόν κά­θε­να ἀ­πό σᾶς ὅ­τι γιά νά φθά­σου­με στόν ἀ­να­ζη­τού­με­νο σκο­πό τῆς πλή­ρους κοι­νω­νί­ας, ἡ Κα­θο­λι­κή Ἐκ­κλη­σία δέν προ­τίθε­ται νά ἐ­πι­βάλ­ει καμ­μία ἀ­παί­τη­ση, πα­ρά μό­νον ἐ­κείνη τῆς ὁ­μο­λο­γίας τῆς κοι­νῆς πίστε­ως, καί ὅ­τι εἴμα­στε ἕ­τοι­μοι νά ἀ­να­ζη­τή­σου­με ἀ­πό κοι­νοῦ ὑ­πό τό φῶς τῆς δι­δα­σκα­λί­ας τῆς Ἁ­γί­ας Γρα­φῆς καί τῆς ἐμ­πει­ρί­ας τῆς πρώ­τη­ς χι­λι­ε­τί­ας, τούς τρό­πους μέ τούς ὁ­ποί­ους θά ἐ­ξα­σφα­λι­σθεῖ ἡ ἀ­ναγ­καί­α ἑ­νό­τη­τα τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας στίς ση­με­ρι­νές συν­θῆ­κες: τό μό­νο πρᾶγ­μα πού ἡ Κα­θο­λι­κή Ἐκ­κλη­σί­α ἐ­πι­θυ­μεῖ καί ἐ­γώ ἀ­να­ζη­τῶ ὡς Ἐ­πί­σκο­πος Ρώ­μης "τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας τῆς προ­κα­θη­μέ­νης τῆς ἀ­γά­πης", εἶ­ναι ἡ κοι­νω­νί­α μέ τίς Ὀρ­θό­δο­ξες Ἐκ­κλη­σί­ες. Μιά τέ­τοι­α κοι­νω­νί­α θά εἶ­ναι πάν­τα καρ­πός τῆς ἀ­γά­πης "πού ἐκ­κέ­χυ­ται ἐν ταῖς καρ­δί­αις ἡ­μῶν διά πνεύ­μα­τος ἁ­γί­ου τοῦ δο­θέν­τος ἡ­μῖν" (Ρωμ 5,5), ἀ­γά­πης ἀ­δελ­φι­κῆς πού δί­νει ἔκ­φρα­ση στόν πνευ­μα­τι­κό καί ὑ­περ­βα­τι­κό δε­σμό πού μᾶς ἑ­νώ­νει ὡς μα­θη­τές τοῦ Κυ­ρί­ου» (http://www.amen.gr/article19910).
Εἶ­ναι δε­δο­μέ­νο ὅ­τι αὐ­τή ἡ κοι­νω­νί­α (communio) θά ἐ­πι­χει­ρη­θεῖ νά ἐ­πι­βλη­θεῖ μέ τα­χύ­τα­τους ρυθ­μούς καί «χω­ρίς καμ­μί­α ἀ­παί­τη­ση» ἀ­πό τό Βα­τι­κα­νό, τό ὁ­ποῖ­ο θά μᾶς ἐ­πι­τρέ­ψει νά δι­α­τη­ρή­σου­με τίς «λει­τουρ­γι­κές καί πνευ­μα­τι­κές πα­ρα­δό­σεις» μας καί τήν «κα­νο­νι­κή τά­ξη», ὅ­,τι κά­νουν, δη­λα­δή, καί οἱ οὐ­νί­τες!
Αὐτή τήν κοινωνία μέ τούς παπικούς ἐπιθυμεῖ καί ἐπιζητεῖ, δυστυχῶς, καί ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης ὁ ὁποῖος ἀνέφερε στήν προσφώνησή του πρός τόν Πάπα ὅτι «ὁ ροῦς τῆς ἱστορίας ἤλλαξε κατεύθυνσιν, αἱ παράλληλοι καί ἐνίοτε συγκρουόμεναι πορεῖαι τῶν Ἐκκλησιῶν ἡμῶν συνηντήθησαν εἰς τό κοινόν ὅραμα τῆς ἐπανευρέσεως τῆς ἀπολεσθείσης ἑνότητος αὐτῶν, ἡ ψυγεῖσα ἀγάπη ἀνεζωπυρώθη, καί ἐχαλυβδώθη ἡ θέλησις ἡμῶν ὅπως πράξωμεν πᾶν τό καθ᾿ ἡμᾶς, ἵνα ἐκ νέου ἀνατείλῃ ἡ ἐν τῇ αὐτῇ πίστει καί τῷ κοινῷ Ποτηρίῳ κοινωνία ἡμῶν. Ἔκτοτε ἤνοιξεν ἡ ὁδός πρός Ἐμμαούς, ὁδός πιθανῶς μακρά καί ἐνίοτε δύσβατος, πλήν ἀνεπίστροφος, ἀοράτως τοῦ Κυρίου συμπορευομένου μεθ᾿ ἡμῶν, ἄχρις οὗ Οὗτος ἀποκαλυφθῇ ἡμῖν "ἐν τῇ κλάσει τοῦ ἄρτου" (Λουκ. κδ΄ 35)» (http://www.amen.gr/article19910).
Ἄν εἶναι ὅμως «ἀνεπίστροφος» ἡ πορεία τοῦ κ. Βαρθολομαίου πρός τήν ἀπόκλιση ἀπό τήν ὀρθόδοξο ἐκκλησιολογία καί τήν ψευδοένωσή του μέ τούς παπικούς, τό ἴδιο «ἀνεπίστροφος» ὀφείλει νά εἶναι καί ἡ δική μας πιστότητα καί προσήλωση στίς παρακαταθῆκες τῶν Ἁγίων Πατέρων μας. Μέ αὐτούς θά στοιχηθοῦμε, αὐτούς θά ἀκολουθήσουμε καί σέ αὐτούς θά ὑπακούσουμε μέ ἀσφαλές κριτήριο τήν ὀρθόδοξη δογματική καί ἐκκλησιολογική μας συνείδηση.
 «Οἱ Προφῆται ὡς εἶδον, οἱ Ἀπόστολοι ὡς ἐδίδαξαν, ἡ Ἐκκλησία ὡς παρέλαβεν, οἱ Διδάσκαλοι ὡς ἐδογμάτισαν, ἡ Οἰκουμένη ὡς συμπεφώνηκεν, ἡ χάρις ὡς ἔλαμψεν, ἡ ἀλήθεια ὡς ἀποδέδεικται, τὸ ψεῦδος ὡς ἀπελήλαται, ἡ σοφία ὡς ἐπαρρησιάσατο, ὁ Χριστὸς ὡς ἐβράβευσεν, οὕτω φρονοῦμεν, οὕτω λαλοῦμεν, οὕτω κηρύσσομεν Χριστόν τὸν ἀληθινὸν Θεὸν ἡμῶν, καὶ τοὺς Αὐτοῦ Ἁγίους ἐν λόγοις τιμῶντες, ἐν συγγραφαῖς, ἐν νοήμασιν, ἐν θυσίαις, ἐν Ναοῖς, ἐν Εἰκονίσμασι, τὸν μὲν ὡς Θεὸν καὶ Δεσπότην προσκυνοῦντες καὶ σέβοντες, τοὺς δὲ διά τὸν κοινὸν Δεσπότην ὡς Αὐτοῦ γνησίους θεράποντας τιμῶντες καὶ τὴν κατὰ σχέσιν προσκύνησιν ἀπονέμοντες. Αὕτη ἡ πίστις τῶν Ἀποστόλων, αὕτη ἡ πίστις τῶν Πατέρων, αὕτη ἡ πίστις τῶν Ὀρθοδόξων, αὕτη ἡ πίστις τὴν Οἰκουμένην ἐστήριξεν» (Συνοδικόν τῆς Ὀρθοδοξίας, Τριώδιον, Ἔκδ. Ἀποστ.Διακονίας, σελ. 353-4).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

* -Υπογράψτε την Ομολογία Πίστεως Εδώ - Διαβάστε τα πορίσματα της Ημερίδας « ‘’Πρωτεῖο’’, Συνοδικότης καί Ἑνότης τῆς Ἐκκλησίας» - Δείτε το χαιρετισμό του Αρχ. Αναστασίου Μετεωτίτου

LinkWithin

Related Posts with Thumbnails